«Παρόλο που μια υποψία είχε κάνει την εμφάνισή της, στις μέρες που ακολούθησαν έμοιαζε να ακονίζεται όλο και περισσότερο στο μυαλό σου. Τα συμπτώματά σου φαίνεται να κατευθύνουν προς μια συγκεκριμένη αρρώστια, αυτήν από την οποία έχασες ένα γονιό. Οι πρώτοι σου φόβοι αρχίζουν να συμπυκνώνονται σε βεβαιότητες, όχι λιγότερο τρομαχτικές. Και νιώθεις εξαναγκασμένος να διερευνήσεις την ασθένειά σου» (Brian Dillon “Tormented Hope: Nine Hypochondriac Lives”)
H διαταραχή άγχους ασθένειας (Illness anxiety disorder) ή διαταραχή άγχους για την υγεία ή υποχονδρίαση, που αποτελεί και την παλαιότερη και συνηθέστερη ονομασία , κατατάσσεται πλέον στην ομάδα των διαταραχών σωματικών συμπτωμάτων και σχετιζόμενων διαταραχών, σύμφωνα με την 5η έκδοση του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου των Ψυχικών Διαταραχών της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας. Τα κριτήρια που πρέπει να πληροί κάποιος ώστε να διαγνωσθεί με υποχονδρίαση είναι α)να ενασχολείται με το φόβο ή με την ιδέα ότι έχει ή αποκτά μια σοβαρή ασθένεια, β)να μην υπάρχουν σωματικά συμπτώματα ή αν υπάρχουν να είναι μικρής έντασης, και αν είναι υπαρκτή άλλη οργανική πάθηση ή είναι ιδιαίτερα πιθανό να αναπτύξει κάποια οργανική πάθηση (πχ λόγω σημαντικού οικογενειακού ιστορικού) η ενασχόληση να είναι ξεκάθαρα υπερβολική ή δυσανάλογη της σοβαρότητας αυτής, γ)να υπάρχουν υψηλά επίπεδα άγχους για την υγεία και το άτομο να πανικοβάλλεται εύκολα σχετικά με την προσωπική κατάσταση της υγείας του, δ)να επιδίδεται σε υπερβολικές συμπεριφορές σχετιζόμενες με την υγεία (πχ. να ελέγχει επανειλημμένα το σώμα του για σημάδια ασθένειας) ή να παρουσιάζει δυσπροσαρμοστικές αποφυγές (πχ να αποφεύγει ραντεβού με γιατρούς και νοσοκομεία) και στ) η ενασχόληση με την ιδέα της ασθένειας να είναι παρούσα το λιγότερο για 6 μήνες, ακόμα και αν η συγκεκριμένη ασθένεια από την οποία φοβάται ότι πάσχει αλλάζει μέσα σε αυτό το διάστημα (στο διάστημα αυτό να έχει φοβηθεί ότι πάσχει από περισσότερες από μια ασθένειες). Παρόλο που η διαταραχή, όπως και οι περισσότερες, έχει πολυπαραγοντική αιτιολογία, μπορούμε να υποθέσουμε ότι η εμφάνιση και το ξέσπασμά της μπορεί να σχετίζεται προδιαθεσικά με παράγοντες, όπως η παρουσία σοβαρής ασθένειας στην παιδική ηλικία, η ύπαρξη άγχους για την υγεία στο οικογενειακό περιβάλλον και οι αντίστοιχες υπερβολικές συμπεριφορές, η νόσηση ή/και η απώλεια αγαπημένου προσώπου από σοβαρή ασθένεια. Πολλές φορές το άγχος για την υγεία «υποβόσκει» κατά την ανάπτυξη του ατόμου και συνήθως ξεσπά σε επίπεδο έντασης ψυχικής νόσου στα πρώτα έτη της ενήλικης ζωής, συχνά μετά από κάποιο αιφνίδιο και αγχογόνο γεγονός ή μετά από κάποιο σοβαρό- αλλά μη απειλητικό για τη ζωή- πρόβλημα υγείας . Πολλοί πάσχοντες λοιπόν, συνήθως επιβαρυμένοι από κάποιους από τους λόγους αυτούς, αρχίζουν να ανησυχούν έντονα, και κάποιοι από αυτούς μπορεί να αισθανθούν ή να εντοπίσουν κάποια σωματικά συμπτώματα, ήπιας έντασης, όπως πονοκέφαλο, ναυτία, αδυναμία, μούδιασμα. Ακολουθεί επίμονη ανησυχία μήπως πάσχουν από κάποια σοβαρή ασθένεια, όπως καρκίνο, aids, σκλήρυνση κατά πλάκας. Ένα ποσοστό των πασχόντων πραγματοποιεί ένα μεγάλο αριθμό από ιατρικά ραντεβού και διαγνωστικές εξετάσεις, οι οποίες, παρόλο που επιβεβαιώνουν ότι ο ασθενής δεν πάσχει από αυτό από το οποίο φοβάται, δεν είναι αρκετά για να τον καθησυχάσουν, παραμόνο ίσως προσωρινά. Άλλοι, αντίθετα, αποφεύγουν να επισκευθούν γιατρούς από το φόβο πως μπορεί να επιβεβαιωθεί ο χειρότερος φόβος τους. Ένα επίσης σημαντικό ποσοστό των πασχόντων νιώθουν ακατανίκητη επιθυμία να ψάξουν στο internet για να έχουν οι ίδιοι τον έλεγχο της κατάστασής τους και να«αυτοδιαγνωσθούν», ή ακόμα καλύτερα να βρουν τις πληροφορίες που θα τους πείσουν ότι δεν πάσχουν από την ασθένεια την οποία φοβούνται. Ο φαύλος κύκλος επιδείνωσης αρχίζει...οι γιατροί μπορεί να κάνουν λάθος, οι εξετάσεις να μην έβγαλαν σωστά αποτελέσματα, το πρόβλημα να μην φάνηκε, το διαδίκτυο είναι ατελείωτο και η συμπτωματολογία μεταξύ ασθενειών έχει πάντα κοινά σημεία. Η ανησυχία μεγαλώνει, το άγχος αυξάνεται, τα σωματικά συμπτώματα άγχους παρερμηνεύονται ως δυνατότερες ενδείξεις της ασθένειας από την οποία το άτομο φοβάται ότι πάσχει. Σωματικά συμπτώματα ακόμα και να μην υπήρχαν εξαρχής, μπορεί να προκύψουν ως αποτέλεσμα του ίδιου του άγχους για την υγεία, καθώς ο οργανισμός απαντά φυσιολογικά στο αίσθημα του κινδύνου ερχόμενος στην κατάσταση πάλης/ φυγής. Η υπερεγρήγορση και ο εστιασμός του ατόμου στις αισθήσεις του σώματός του έχει ως αποτέλεσμα αυτές να υπερεκτιμώνται, και να γίνονται αντιληπτές ως περισσότερα ή εντονότερα συμπτώματα, τα οποία επιβεβαιώνουν ξανά τους φόβους του. Η υποχονδρίαση εμφανίζεται περίπου στο 2-10% του γενικού πληθυσμού στη διάρκεια ενός έτους, σε ίσα ποσοστά μεταξύ ανδρών και γυναικών, ενώ στα παιδιά είναι σπάνια. Είναι διαταραχή που γίνεται χρόνια και παρουσιάζει εξάρσεις και υφέσεις. Διαγνωστικά διαφοροποιείται από τη φοβία νόσου, στην οποία ο πάσχων φοβάται μήπως αρρωστήσει στο μέλλον και από τη διαταραχή σωματικών συμπτωμάτων, στην οποία η ενόχληση και δυσφορία από τα έντονα σωματικά συμπτώματα είναι το προεξάρχον χαρακτηριστικό και όχι τόσο η ενασχόληση με το φόβο νόσησης. Έχει σοβαρές επιπτώσεις στη ζωή του ατόμου καθώς μπορεί να επηρεάσει αρνητικά και σε σημαντικό βαθμό την οικογενειακή ζωή, την εργασία, τις κοινωνικές σχέσεις αλλά και την ίδια την υγεία του πάσχοντα, λόγω υιοθέτησης δυσπροσαρμοστικών συμπεριφορών ως προς αυτήν (πχ. να αποφεύγει επισκέψεις σε γιατρό) και λόγω δευτερογενών οργανικών και ψυχολογικών παθήσεων εξαιτίας του υψηλού άγχους (πχ. προβλήματα στον ύπνο, στη γαστρεντερική λειτουργία, ανάπτυξη διαταραχής της διάθεσης κ.α.). Είναι επομένως φανερό πως είναι σημαντικό να υπάρξει παρέμβαση από ειδικό ψυχικής υγείας και όσο το δυνατό νωρίτερα. Η θεραπεία που επίσημα προτείνεται ως περισσότερο αποτελεσματική για την υποχονδρίαση είναι η γνωσιακή- συμπεριφορική θεραπεία. Στα πλαίσια της θεραπείας οι πάσχοντες ενημερώνονται για το ρόλο των αποφυγών και των δυσπροσαρμοστικών συμπεριφορών τους στη διατήρηση και διαιώνιση της διαταραχής, εκπαιδεύονται στη διαχείριση του άγχους και των σωματικών συμπτωμάτων τους, εκπαιδεύονται σε θετικότερους και πιο λειτουργικούς τρόπους σκέψης και συμπεριφορές σε σχέση με την υγεία. Η φαρμακευτική αγωγή συμπληρωματικά έχει επίσης φανεί χρήσιμη ειδικότερα σε χρόνιες περιπτώσεις.
0 Comments
“Η Κατερίνα βασανίζεται από έντονο άγχος για τις καθημερινές της υποχρεώσεις, όπως πχ για τη δουλειά της αλλά και για τη φροντίδα της οικογένειάς της και του σπιτιού. Νιώθει επίσης διαρκή και υπερβολική ανησυχία μήπως συμβεί κάτι δυσάρεστο ή καταστροφικό, πολλές φορές μάλιστα για πράγματα που είναι μάλλον απίθανο να συμβούν. Περιγράφει ότι αισθάνεται νευρικότητα, φόβο ή άγχος το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας χωρίς προφανή λόγο. Συχνά τα δυσάρεστα αυτά συναισθήματα είναι τόσο έντονα, επίμονα και παρατεταμένα που την περιορίζουν και τη δυσκολεύουν ακόμα και σε πολύ απλές δραστηριότητες, όπως το να πάει για ψώνια ή να παρακολουθήσει μια ταινία.”
Όλοι μας μπορεί να νιώσουμε ανήσυχοι ή αγχωμένοι σε κάποιες δεδομένες στιγμές και για διάφορους λόγους, όμως αν η περιγραφή του προβλήματος της Κατερίνας σας φαίνεται περισσότερο οικεία, τότε είναι πιθανό να πάσχετε από Διαταραχή Γενικευμένου Άγχους (Generalized Anxiety Disorder). Οι άνθρωποι που πάσχουν από γενικευμένο άγχος μπορεί να υποφέρουν από διάφορες σωματικές ενοχλήσεις όπως σωματικούς πόνους, αίσθημα σφιγμένων μυών, ναυτία ή ενοχλήσεις στην κοιλιακή χώρα, ζάλη,εφίδρωση, ταχυκαρδία κ.α. Ταυτόχρονα, μπορεί να βασανίζονται από δυσάρεστες σκέψεις ή φόβους που έρχονται απρόσκλητα και τους οποίους δεν μπορούν να διώξουν, να δυσκολεύονται να χαλαρώσουν, να ξεκουραστούν, να κοιμηθούν συνεχόμενα και επαρκώς, να μείνουν μόνοι ή να συγκεντρωθούν σε κάτι. Οι άνθρωποι που πάσχουν από γενικευμένο άγχος νιώθουν διαρκώς σωματικά και ψυχικά εξουθενωμένοι. Συνήθως το αίσθημα του άγχους δεν προκαλείται από συγκεκριμένο αντικείμενο, κατάσταση ή δραστηριότητα αλλά είναι διάχυτο και μπορεί να συνδέεται με συνηθισμένες πλευρές της καθημερινότητας. Για τους πάσχοντες ερεθίσματα που φυσιολογικά θα προκαλούσαν ήπιο άγχος τείνουν να είναι σημαντικά πιο αγχογόνα. Η «καταστροφολογία», δηλαδή η τάση των πασχόντων να κάνουν -δυσανάλογα προς την κοινή λογική- δυσμενείς προβλέψεις για το μέλλον, απαντάται συχνά. Το γενικευμένο άγχος διαφοροποιείται από το μη παθολογικό άγχος ως προς την ένταση της ανησυχίας και το πόσο αυτή εμποδίζει τις καθημερινές δραστηριότητες, τη διάρκειά της, το αν είναι παράλογη και ανεξέλεγκτη και το αν συνοδεύεται από σωματικά συμπτώματα άγχους, όπως αυτά που αναφέρονται παραπάνω. Αν και συνήθως τα σωματικά συμπτώματα που συνοδεύουν το γενικευμένο άγχος είναι μικρότερης έντασης από αυτά της διαταραχής πανικού, μαζί με το συνεχόμενο άγχος και την ανησυχία προκαλούν σημαντικό επίπεδο δυσφορίας και έκπτωση της λειτουργικότητας και της ποιότητας ζωής στους πάσχοντες. Η διαταραχή γενικευμένου άγχους είναι σχετικά συχνή και συναντάται περίπου στο 5% του γενικού πληθυσμού, και συχνότερα στις γυναίκες. Συνήθως ξεκινά και αναφέρεται στα εφηβικά χρόνια ή στα πρώτα χρόνια της ενήλικης ζωής. Η βαρύτητα των συμπτωμάτων παρουσιάζει διακύμανση και συνήθως επιδεινώνεται σε περιόδους εντονότερου άγχους. Έρευνες έχουν δείξει ότι ένα σημαντικό ποσοστό των πασχόντων απο διαταραχή γενικευμένου άγχους υποφέρει επίσης από Μείζονα Καταθλιπτική Διαταραχή ή από άλλη διαταραχή της διάθεσης. Έχει φανεί επίσης συννόσηση της διαταραχής με ψυχοσωματικά νοσήματα όπως παθήσεις του γαστρεντερικού ( Έλκος, Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου) , παθήσεις του θυρεοειδούς (Hashimoto), Διαβήτη κ.α. Η διαταραχή γενικευμένου άγχους μπορεί να οδηγήσει σε κάποια από τα παραπάνω προβλήματα ή να επιδεινώσει τα ήδη υπάρχοντα. Είναι φανερό πως η διαταραχή γενικευμένου άγχους έχει σημαντική επίπτωση στη ζωή των πασχόντων, γι’αυτό και η αναζήτηση αποτελεσματικής θεραπείας το συντομότερο δυνατό είναι απαραίτητη. Η Ψυχοθεραπεία Συμπεριφοράς είναι ενδεδειγμένη για τη διαταραχή γενικευμένου άγχους. Η Θεραπεία Συμπεριφοράς είναι μια σχετικά βραχεία μορφή ψυχοθεραπείας που έχει στόχο να εμπλέξει ενεργά τον πάσχοντα στη θεραπεία του εκπαιδεύοντάς τον να διαχειρίζεται το άγχος του και τις απαντητικές προς αυτό συμπεριφορές του. Σε περιπτώσεις που τα επίπεδα άγχους στον πάσχοντα είναι ιδιαίτερα υψηλά ή εάν υπάρχει συννόσηση με άλλη ψυχική νόσο, τότε η φαρμακοθεραπεία σε συνδυασμό με τη θεραπεία συμπεριφοράς είναι πιθανό να έχει καλύτερα αποτελέσματα |
Archives
November 2023
Categories
All
|
Powered by The Mojo Athens